H συνεργασία στην παραγωγή τροφής, ως ανθρώπινη σχέση
1/5/2015
του Αποστόλη Σέληνα
Εάν οι σχέσεις μας θέλουμε να δομούνται πάνω στο καλό και στο δίκαιο, θα πρέπει να διέπονται από ένα πλαίσιο αρχών το οποίο βασίζεται σε μια κοινή πλατφόρμα φιλοσοφικών, ιδεολογικών και αισθητικών αντιλήψεων.
Δεν είναι σωστό να ξεκινάμε μια συνεργασία και να έχει ο καθένας διαφορετικά πράγματα στο μυαλό του, γιατί αυτά σίγουρα θα εκφραστούν στην πορεία και θα δημιουργήσουν απόκλιση και σύγκρουση.
Εάν σε μια συνεργατική ομάδα δεν αρέσει οποιαδήποτε μορφή εξουσίας, θα πρέπει να ορίσει τον τρόπο που θα λειτουργεί ώστε να μην αναπαράγεται με άλλον τρόπο και να μην μπαίνει από το ‘παράθυρο’ καμιά μορφή εξουσίας.
Για να μην δημιουργείται οποιαδήποτε μορφή εξουσίας σε μια ομάδα απαιτείται ισότιμη συμμετοχή στις αποφάσεις, σωστός και δημοκρατικός τρόπος λειτουργίας της συνέλευσης, δίκαιος καταμερισμός έργου, πειθαρχία στην τήρηση των αποφάσεων και ισότιμη ανάληψη των ευθυνών για το συνολικό έργο.
Είναι δυνατόν οι παραπάνω αρχές να λειτουργήσουν και να συνθέσουν μια αντι-εξουσιαστική, αμεσο-δημοκρατική συλλογικότητα;
Εξαρτάται από τις προσωπικότητες που συνθέτουν τη συνεργασία και τη χημεία της ομάδας, την παιδεία, τη συνειδητότητα και την κουλτούρα τους.
Εάν υπάρχουν ελλείψεις σε σχέση με τις παραπάνω αρχές τότε τι γίνεται;
Τότε θα πρέπει, πριν οι άνθρωποι συμμετάσχουν στο ‘κέντρο’ λήψης αποφάσεων και ανάληψης ευθυνών, να περάσουν από ένα προηγούμενο στάδιο όπου θα εκπαιδεύονται και θα δοκιμάζονται. Ένα ανοικτό πειραματικό εκπαιδευτικό σεμινάριο ή σχολείο.
Εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε ότι για να μεταπηδήσουμε από μια κοινωνία ανταγωνιστικότητας, ατομικισμού και εκμετάλλευσης στο στάδιο της συντροφικότητας, ανιδιοτέλειας και μοιράσματος, δηλαδή μια κατάσταση ‘ανώτερης’ και διαφορετικής οργάνωσης και σχέσεων, θα πρέπει πρώτα να αποβάλουμε από μέσα μας τις άσχημες συνήθειες.
Αυτό δεν γίνεται ούτε αυτόματα ούτε άμεσα, ούτε μόνο στηριζόμενοι στη βάση μια θεωρίας που μας καθοδηγεί.
Άλλωστε άλλο η θεωρία και άλλο η πράξη. Σημαντική και απαραίτητη η θεωρία, αλλά από μόνη της δεν διαμορφώνει πεδία ζωής και ύπαρξης.
Η πράξη είναι αυτή που ορίζει το τελικό και ουσιαστικό αποτέλεσμα, τη δικαίωση όσων υποστηρίζουμε θεωρητικά.
Άλλωστε η εποχή μας έχει περισσότερη ανάγκη τις πράξεις και λιγότερο τις θεωρίες. Και για ένα πρόσθετο λόγο, ότι η πράξη πολύ πιο δύσκολα ανατρέπεται από την θεωρία κι έτσι γίνεται περισσότερο πειστική, γιατί είναι περισσότερο αξιόπιστη.
Ερχόμαστε λοιπόν στην πράξη, εκεί όπου ο καθένας μεταφέρει τον εαυτό του και συμβάλλει με θετικό ή αρνητικό τρόπο στη λειτουργία της συνεργατικής ομάδας που συμμετέχει.
Σε μια οικο-παραγωγική, συνεργατική ομάδα, η συνθήκη δεν είναι η ίδια όπως σε μια πολιτική, περιβαλλοντική ή πολιτιστική ομάδα, αν και μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό.
Εδώ το έργο είναι σκληρό και απαιτητικό γιατί έχει σχέση με τον παράγοντα φύση, όπως προανέφερα και επιπλέον απαιτεί ολοκλήρωση ενός συγκεκριμένου χρονικού κύκλου.
Πολλές φορές αρκετοί συμμετέχοντες σε τέτοια συλλογικά εγχειρήματα ενώ είναι απαιτητικοί επάνω στο επίπεδο λήψης αποφάσεων και στις τελικές απολαβές, λουφάζουν ή αδυνατούν να συμμετέχουν ισότιμα όταν έρχεται η ώρα να ανταποκριθούν στις εργασιακές τους υποχρεώσεις.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να πέφτει το βάρος της εργασίας στους υπολοίπους που είναι εργατικοί και συνεπείς και να δημιουργείται η αίσθηση της αδικίας.
Άλλες φορές, πάλι, αυτοί που σηκώνουν το βάρος της χειρωνακτικής εργασίας, υποτιμούν τη σπουδαιότητα της συνεισφοράς άλλου έργου που βασίζεται στη γνώση, στην εφεύρεση τεχνικών, καινοτόμων ιδεών επικοινωνιακής υποστήριξης, βάθους εμπειρίας κ.λπ.
Ένας παράγοντας που παίζει σημαντικό ρόλο στη διάθεση συμμετοχής σε ένα αλληλέγγυο οικο-παραγωγικό αποτέλεσμα είναι το ποιος κατέχει τα παραγωγικά μέσα και τα πάγια κεφάλαια.
Διότι αυτός που κατέχει τα παραγωγικά μέσα (γη-κτήρια-μηχανήματα-δυνατότητα πρόσβασης στην αγορά), έχει τη δυνατότητα και την εξουσία οποιαδήποτε στιγμή να τα αποσύρει και να αφήσει τη συλλογικότητα ξεκρέμαστη ή και να ασκήσει οποιαδήποτε μορφή εκβιασμού απέναντι της.
Από την άλλη μεριά, όταν κάποιος κατέχει εξ ολοκλήρου τα μέσα παραγωγής, έστω και τυπικά, ωθεί συχνά τα υπόλοιπα μέλη να νοιώθουν ξεκρέμαστα ή άνευ ευθυνών, με αποτέλεσμα να μην δείχνουν τον ίδιο βαθμό προθυμίας και προσήλωσης στο έργο.
Ένας ακόμη παράγοντας που παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην ισότιμη και δίκαιη συμμετοχή των μελών μέσα σε μια συνεργατική ομάδα είναι οι πραγματικές ανάγκες του καθένα που συμμετέχει.
Ο Karl Marx είπε ότι μια δίκαιη κοινωνία θα έπρεπε να λειτουργεί επάνω στην αρχή:
‘απ’ τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του’.
Αυτό σημαίνει ότι σίγουρα ο καθένας από εμάς δεν μπορεί να προσφέρει το ίδιο παραγωγικό αποτέλεσμα, διότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι και δεν έχουμε όλοι τις ίδιες δυνατότητες ή τάσεις.
Επιπρόσθετα πολύ συχνά διαφέρουν και οι ανάγκες μας, π.χ. κάποιος είναι εργένης και κάποιος είναι πολύτεκνος, κάποιος είναι υγιής και κάποιος είναι άρρωστος, κάποιος είναι αρτιμελής και κάποιος έχει αναπηρία.
Βέβαια όταν ζούμε μέσα σε ένα περιβάλλον αλλοτρίωσης και τεχνολογικής εξέλιξης, οι ανάγκες ετεροκαθορίζονται όπως και οι εξαρτήσεις μας, άρα αυτό είναι ένα σημαντικό ζήτημα προσδιορισμού στη ζωή μας.
Αν θέλουμε να αυτο-προσδιορίσουμε τις ανάγκες μας, επάνω σε ποια βάση πρέπει να τις θέσουμε;
Εάν μιλάμε για τα κίνητρα συμμετοχής των μελών μέσα σε μια συνεργατική οικο-παραγωγική ομάδα, πρέπει να δούμε και ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες που έχει ο καθένας.
Διότι διαφορετικό κίνητρο συμμετοχής έχει αυτός που έχει ανάγκη τους πόρους (διατροφικούς, οικονομικούς) για να ζήσει και διαφορετικό αυτός που έχει αφθονία άλλων πόρων (οικογενειακή υποστήριξη, άλλα εισοδήματα κ.λπ.).
Τελικά αυτό που λέμε ισότιμη συμμετοχή, μήπως έχει σχέση με μια πιο ολιστική συν-διαμορφωτική πραγματικότητα;
Μήπως τελικά αυτό που προσπαθούμε να υλοποιήσουμε, ως μια διαφορετική κουλτούρα και σχέση μέσα σε ένα παραγωγικό πλάνο, δεν εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από αυτό;
Μήπως έχει σχέση με την οικονομική και κοινωνική θέση του καθένα μας, με τις πραγματικές ή πλασματικές ανάγκες μας, με τα ‘καλλιεργημένα’ ή ‘ακαλλιέργητα’ εγώ μας, με μια καταπιεστική ή απελευθερωτική παιδεία που είχαμε από μικροί στο σπίτι ή στο σχολείο;
Γιατί, πολλές φορές, μέσα σε τέτοιου επιπέδου συλλογικές προσπάθειες, ενώ εκφράζονται εξαιρετικές απόψεις και ιδέες εκφράζονται και μικρότητες που σε ρίχνουν από τα σύννεφα και μάλιστα αυτό γίνεται συχνά υπό την κάλυψη μιας διαστρεβλωτικής θεωρητικής αντίληψης.
Όταν λοιπόν μια συλλογικότητα προσπαθεί να δημιουργήσει μια συνεργατική δομή που στηρίζεται πάνω στην αλληλεγγύη, στην οικολογική συνείδηση και στη συντροφικότητα και επιθυμεί να αποστασιοποιηθεί από μια κοινωνία ανταγωνιστικότητας, ιεραρχίας και εμπορευματοποίησης των πάντων, τότε θα πρέπει να καταλάβει σε τι βαθμό είναι ακόμα εξαρτημένη και πώς επηρεάζεται από τον κοινωνικό περίγυρο. Πρέπει να απαντήσει σε όλα αυτά για να μη διαβρωθεί και αποτύχει.
Σε αυτό μπορεί να βοηθηθεί εάν μέσα στο διάλογο που αναπτύσσει καταφέρει να εντάξει στο τραπέζι της συζήτησης όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν και εκτρέπουν τα μέλη της από τους στόχους της.
Είναι σημαντικό λοιπόν να υπάρχει διαφάνεια, ειλικρινής διάθεση και ολιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Με αυτό τον τρόπο θα υπάρξει κατανόηση και γνώση των πραγματικών αιτιών που δημιουργούν ανάσχεση της συνολικής προσπάθειας και θα διευκολυνθεί η αλληλοβοήθεια και η εξεύρεση λύσεων.
Από την αρχή όμως πρέπει να είναι ξεκάθαρο γιατί συμμετέχει κάποιος σε μια τέτοια συνεργατική δομή και τι έχει διάθεση να προσφέρει.
Είναι πολύ σημαντικό το τι προσφέρει ο καθένας μέσα σε μια συνεργατική παραγωγική προσπάθεια τέτοιας μορφής.
Αυτή η δομή χρειάζεται ά-υλα και υλικά μέσα. Τα ά-υλα μπορεί να είναι εμπειρία συνεργασίας, τεχνογνωσία πάνω στο αντικείμενο, επικοινωνιακή δυνατότητα, συντροφική και οικολογική συνείδηση, γνωριμίες κ.λπ.
Τα υλικά μέσα είναι χρήματα, γη, μηχανήματα, κτήρια, εργαλεία κ.λπ.
Τα υλικά μέσα είναι αυτά που μπορούν να προσμετρηθούν ως χρήμα και να υπολογισθούν στη συμμετοχή, τα άυλα όμως όχι.
Ποιος όμως είπε ότι τα άυλα είναι λιγότερο σημαντικά απ’ ό,τι τα υλικά;
Για να σταθεί και να επιβιώσει μια συνεργατική παραγωγική δομή τέτοιου τύπου, όπως αυτή που περιγράφουμε, είναι αναγκαία και σημαντικά τόσο τα άυλα όσο και τα υλικά μέσα.
Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να συνεισφέρει ο καθένας αυτό που μπορεί και χρειάζεται η ομάδα με ανιδιοτέλεια.
Να προσφέρει αυτό που του περισσεύει, ίσως και κάτι παραπάνω από αυτό, εφόσον έχει συνείδηση και αληθινή εκτίμηση σε αυτό που συμμετέχει.
Καλό είναι να προσφέρει χωρίς πρόθεση ανταλλαγής και επαναοικειοποίησης, διότι μόνο τότε το μοίρασμα είναι αληθινό.
Χρειάζεται λοιπόν η προσφορά με σκοπό την ενδυνάμωση του συνολικού έργου.
Μέσα σε μια συνεργασία, ακόμα κι όταν υπάρχουν οι καλύτερες προϋποθέσεις, πολλές φορές θα προκύπτουν προβλήματα, διαφωνίες και συγκρούσεις.
Μερικές φορές τα προβλήματα είναι δομικά κι άλλες φορές προέρχονται από προσωπικές διαφορές και αφορούν στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Κάποιες φορές οι διαφορές και οι συγκρούσεις επιδρούν καταλυτικά στη συνοχή, τη σύμπνοια και την παραγωγικότητα της ομάδας.
Για να έχουμε καλή συνεργασία μεταξύ μας, βασική προϋπόθεση είναι να υπάρχει καλή διάθεση και επικοινωνία με σκοπό να συμπράξουμε σε ένα ωφέλιμο έργο.
Είναι λοιπόν, πολύ σημαντικό να υπάρχουν τρόποι εξομάλυνσης και διευθέτησης των διαφορών που προκύπτουν.
Τα δομικά προβλήματα πρέπει να συζητιούνται στη γενική συνέλευση με σωστό, ψύχραιμο και δημοκρατικό τρόπο.
Οι προσωπικές διαφορές κατά βάση είναι ζητήματα που δεν πρέπει να μεταφέρονται μέσα στη συλλογικότητα και πρέπει να επιλύονται εκτός συνέλευσης.
Όμως συχνά βλέπουμε ότι αυτό δεν γίνεται και τότε σοβαρές αντιπαλότητες δημιουργούνται εντός της ομάδας.
Πώς αντιμετωπίζεται αυτή η κατάσταση;
Οπωσδήποτε το κακό πρέπει να αντιμετωπίζεται γρήγορα και εν τη γεννέσει του.
Δεν είναι καλό να το αφήνουμε να παίρνει τεράστιες διαστάσεις και να διαιωνίζεται.
Καλό είναι τα συγκρουόμενα μέλη να προσπαθούν να επιλύουν μόνα τις διαφορές τους με ειλικρίνεια και αφού πρώτα αφήσουν να περάσει ένα μικρό διάστημα για να καταλαγιάσει ο θυμός και τα έντονα νεύρα.
Αν το παραπάνω δεν είναι εφικτό, τότε καλό είναι να παρεμβαίνουν οι ”ειρηνιστές”, ουδέτερα μέλη όπου δεν εμπλέκονται στη διαμάχη αλλά γνωρίζουν τα εμπλεκόμενα μέλη και τα οποία με αντικειμενικότητα θα προσπαθήσουν να επιφέρουν την ειρήνη και να βοηθήσουν στην επίλυση του ζητήματος.
Εάν οι ”ειρηνιστές” αποτύχουν και η σύγκρουση απειλεί την εύρυθμη λειτουργία της ομάδας, τότε επεμβαίνει η γενική συνέλευση για να βάλει τάξη, πριν οξυνθούν πολύ τα πνεύματα και είναι αργά πια.
Ένα πολύ σημαντικό πράγμα που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι όταν εντασσόμαστε σε μια συλλογικότητα, πρέπει να σεβόμαστε τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων και να τις τηρούμε.
Είναι βέβαιο ότι δεν θα επικρατεί πάντα η άποψή μας και ότι σε κάποια θέματα ίσως να είμαστε η μειοψηφία. Η μειοψηφία θα πρέπει για κάτι επιτακτικό να εργαστεί και να πραγματοποιήσει πράξεις που δεν συμφωνεί ή έχει ψηφίσει.
Είναι μια επίπονη διαδικασία για τον εγωισμό μας, αλλά είναι παράλληλα και μια απολύτως απαραίτητη και βασική αρχή της άμεσης λειτουργικής δημοκρατίας που πρέπει να τηρήσουμε, αλλιώς από αντι-εξουσιαστές κινδυνεύουμε να γίνουμε οι χειρότεροι εξουσιαστές.
Στη συνέλευση πρέπει να σεβόμαστε τη διαδικασία και το δικαίωμα οποιουδήποτε συμμετέχει να εκφραστεί ακόμη κι αν έχει διαφορετική άποψη ή θεώρηση των πραγμάτων.
Σε μια συλλογικότητα υπάρχουν ζητήματα ακραιφνώς πλειοψηφικά και ζητήματα πλειοψηφικά ή μειοψηφικά.
Σε μια παραγωγική συνεργατική δομή πλειοψηφικό ζήτημα είναι ο συνολικός σχεδιασμός της παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων.
Μειοψηφικό ζήτημα είναι να μπορεί κάποιο ή κάποια μέλη να εφαρμόσουν μια διαφορετική μέθοδο ή αντίληψη καλλιέργειας σε ένα κομμάτι γης, ώστε να δοκιμαστεί κι αυτή η μέθοδος μέσα στο πλαίσιο της έκφρασης της μειοψηφίας.
Η ομάδα όμως είναι καλό πάντα να λειτουργεί με διάθεση συναίνεσης και κατανόησης, συγκαταβατικά και όχι αντιπαραθετικά και ανταγωνιστικά.
Μερικές φορές, για να προχωρήσει πιο δυνατά ένα συνεργατικό εγχείρημα και να στεριώσει, χρειάζεται να ακολουθήσει κάποια στάδια.
Είναι καλό και χρήσιμο, η αρχική ομάδα που θα σχηματιστεί να έχει δοκιμαστεί πρώτα σε ένα επίπεδο πιο χαλαρής συνεργασίας ή και φιλίας.
Εάν γνωρίζουμε εκ των προτέρων τους συνεργάτες μας μπορούμε να τους κατανοούμε καλύτερα και να μην τους παρεξηγούμε με το παραμικρό.
Είμαστε σίγουροι για τις προθέσεις τους, δεν είμαστε τόσο απαιτητικοί και έχουμε τη διάθεση να λύνουμε διαφορές με φιλικό τρόπο.
Αυτό συμβάλλει στο να δημιουργηθεί από την αρχή ένας δυνατός πυρήνας που θα κρατάει όρθιο το εγχείρημα σε περίπτωση κραδασμών και όχι μια εξουσιαστική δομή ελέγχου.
Είναι ίσως καλύτερα, την αρχή σε ένα τέτοιο δύσκολο παραγωγικό εγχείρημα να την κάνουν λίγοι και γνωστοί μεταξύ τους, παρά να ανοίγεται αριθμητικά με βάση μόνο κάποιες ιδεολογικές ή ιδεοληπτικές αρχές και αντιλήψεις.
Εάν η αρχική ομάδα δοκιμαστεί και επιτύχει τότε δίνει προοπτικές για μεγέθυνση της και αποτελεί παράδειγμα αναφοράς.
Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν περισσότερα άτομα συμμετέχουν σε τέτοιες παραγωγικές προσπάθειες, αφενός ο κόπος μοιράζεται, καταμερίζονται οι εργασίες και αφετέρου μοιράζονται και τα κέρδη.
Οπότε, όσο περισσότεροι συμμετέχουν στο έργο, τότε αυτό αντίστοιχα πρέπει να αυξάνει για να καλύπτονται οι συνολικές ανάγκες της ομάδας.
Στη γεωργία και ίσως και σε άλλες παραγωγικές δραστηριότητες, όπου οι συνθήκες είναι σκληρές, είναι απαραίτητο οι εργασίες να επιμερίζονται και να κατανέμονται δίκαια και σωστά και αυτό γιατί όταν το βάρος των σκληρών εργασιών πέφτει σε λίγους, τότε αυτοί κουράζονται και νιώθουν ότι αδικούνται, ειδικά όταν θα έπρεπε να συνεργάζονται με τους άλλους με κοινό γνώμονα την αλληλεγγύη και την ισότιμη συμμετοχή.
Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμούμε και την ψυχολογική κατάσταση των μελών της ομάδας. Η καλή ψυχολογία είναι απαραίτητη σε μια τέτοια συνεργασία.
Όταν εργάζεσαι μέσα σε δύσκολες συνθήκες στην ύπαιθρο (σκληρή σωματική εργασία, αντίξοες καιρικές συνθήκες, αποφασιστική διάθεση για τη μέριμνα και προστασία των φυτών), χρειάζεσαι το ηθικό να είναι ανεβασμένο για να τα καταφέρεις και πολλές φορές μπαίνεις στη δοκιμασία να ξεπεράσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.
Ίσως γι’ αυτό σε μια συνεργατική παραγωγική δομή πρέπει να υπάρχει αυτοπειθαρχία και υπευθυνότητα από όλους.
Η πειθαρχία γενικώς είναι μια παρεξηγημένη έννοια από πολλούς.
Έχει συνδεθεί μονοδιάστατα με την ιεραρχία, την υποταγή και την άσκηση εξουσίας.
Σε μια συλλογικότητα όμως, που δεν εμφανίζονται τα παραπάνω αρνητικά χαρακτηριστικά, η πειθαρχία έχει άλλη σημασία.
Έχει τη σημασία της συνειδητότητας, της αξίας και του περιεχομένου της κοινής προσπάθειας, της κοινής ευθύνης για το έργο και της συναίσθησης και αντίληψης του δικαίου.
Η πειθαρχία εδώ έχει το χαρακτήρα της υπέρβασης του εαυτού μας και της αυτοπραγμάτωσης μέσα σε ένα κοινό σκοπό που καθορίζεται μέσα από κανόνες άμεσης δημοκρατίας και κοινές αποφάσεις.
Πολλές φορές είμαστε πολύ επικριτικοί απέναντι στην πειθαρχία της επιβαλλόμενης υπακοής -και δικαίως- γιατί καθιστά τον άνθρωπο ανελεύθερο.
Από την άλλη μεριά όμως, όταν έρθει η ώρα της εφαρμογής των δικών μας ελευθεριακών σχέσεων, εκφράζουμε με διάφορα προσχήματα την αδυναμία μας να υποστηρίξουμε αυτό το διαφορετικό και υπαρκτό που εννοούσαμε.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, για να υπάρξει ένας διαφορετικός ”δίκαιος” κόσμος χρειάζεται υψηλός βαθμός συνείδησης, σκληρή δουλεία από όλους, πειθαρχία σε συλλογικούς κανόνες δικαίου, εργασιακή ευθύνη και συμμετοχή.
Διαφορετικά δημιουργούνται πάλι νέες μορφές εξουσίας, αδικίας και εκμετάλλευσης.
Το ζητούμενο σήμερα είναι να προχωρήσουν οι συνεργατικές προσπάθειες και κοινοτιστικές πρωτοβουλίες που θα δικαιώνουν αυτούς που βλέπουν τον κόσμο αλλιώς, δηλαδή ως τον ”άλλο” πολιτισμό υπαρκτών βιωμάτων και ανθεκτικών στο χρόνο εμπειριών.
Σε όλο τον κόσμο έχουν αναπτυχθεί συνεργατικά και κοινοτιστικά εγχειρήματα διαφορετικού τύπου, δομής και λειτουργίας. Άλλα έχουν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα, άλλα θρησκευτικό, άλλα έχουν μια βαθιά οικολογική ουσία κι άλλα μια περισσότερο τεχνοκρατική αντίληψη.
Κανένα συνεργατικό εγχείρημα δεν μπορεί να ταυτίζεται και να μοιάζει απόλυτα με ένα άλλο. Γιατί το καθένα έχει σχέση με τη φιλοσοφία, την ιδεολογία, την κοσμοθεωρία των μελών που το απαρτίζουν, καθώς και τη συγκεκριμένη συνθήκη μέσα στην οποία αναπτύσσεται, τον χώρο και τον χρόνο. Το διαφορετικό που υπάρχει μέσα στα εγχειρήματα δεν είναι κακό, αλλά αντίθετα είναι φυσιολογικό και υγιές.
Αν όλες αυτές οι διαφορετικές συλλογικότητες μπορούσαν να συνεργαστούν, να αλληλοσυμπληρωθούν και να ανταλλάξουν, τόσο εμπειρίες αλλά και ό,τι άλλο έχουν να προσφέρουν, τότε σίγουρα αυτό θα ενδυνάμωνε την κάθε προσπάθεια.
Ο σεβασμός του ιδιαίτερου και διαφορετικού είναι μια βασική αρχή που βοηθά και καθορίζει τη σχέση μας με τους ανθρώπους και τον κόσμο.
Το ιδιαίτερο και διαφορετικό πρώτα από όλα υπάρχει μέσα στη φύση.
Κανένα όν δεν είναι τέλειο και δεν ταυτίζεται απόλυτα με ένα άλλο. Η αξία της διαφορετικότητας συνδράμει στην αξία της ζωής, όταν συντελεί στη λειτουργία του όλου και συνεργατικά ολοκληρώνει την οικολογική ισορροπία.
Στη φύση βέβαια επικρατεί το μέτρο και το όριο. Κανένα είδος δεν επιβάλλεται και δεν κυριαρχεί απέναντι στο άλλο, γιατί έτσι θα ανατραπεί η συνθήκη ύπαρξης της ίδιας της ζωής και του οικοσυστήματος που υπάγεται.
Αυτή τη συνθήκη εξισορρόπησης μόνο ένα είδος την έχει διαταράξει, ο άνθρωπος και η εξελικτική πορεία των κυρίαρχων πολιτισμών που αναπτύσσει.
Στις μέρες μας η εξέλιξη του κυρίαρχου πολιτισμού που έχει επικρατήσει παγκοσμίως, δηλαδή της μονοκρατορίας του καπιταλισμού, δημιουργεί συνθήκες διαφορετικής επιβίωσης του ανθρώπου και των φυσικών όντων επάνω στον πλανήτη.
Τα τεχνητά μέσα που αναπτύσσει ανεξέλεγκτα αυτό το σύστημα κυριαρχίας, μεταλλάσσουν και καταστρέφουν ανεπανόρθωτα τη φύση και την τοπική κουλτούρα.
Ήδη τα φαινόμενα που βιώνουμε όπως τα ακραία καιρικά φαινόμενα, η μετανάστευση, οι πόλεμοι, τα πυρηνικά ατυχήματα, η εγκληματικότητα, η εξαφάνιση και η σπανιότητα των ειδών, η εμφάνιση και η εξάπλωση νέων ασθενειών σε ζώα, φυτά και ανθρώπους, προειδοποιούν για το μέγεθος της οικολογικής και κοινωνικής κρίσης που επέρχεται και που μοιραία θα υποστούμε.
Η κρίση αυτή, που αρχίζει ήδη να αφήνει τα σημάδια της, γεννά δύο αντίθετα φαινόμενα και ρεύματα μέσα στην κοινωνία.
Το ένα ρεύμα είναι αυτό της αλληλοεξόντωσης και του αλληλοσπαραγμού, του μίσους και της βίας.
Αυτό είναι το μακρύ χέρι και όπλο μιας εξουσίας που θα αγωνιστεί με νύχια και με δόντια για να μην εκμηδενιστεί ιστορικά, συμπαρασύροντας κάθε έννοια φυσικής ύπαρξης και κουλτούρας στην αυτοκαταστροφή της και θέτοντας τους πληβείους σε καταστροφική αντιπαλότητα, αποκρύπτοντας και μεταθέτοντας έτσι στους αδύνατους και ανίσχυρους (κοινωνικά στρώματα, φυλές, τάξεις, πολιτικά κινήματα κ.λπ.), τις δικές της ευθύνες και τις πραγματικές αιτίες που δημιούργησαν την κρίση και τη φτώχεια.
Εδώ αποδεικνύεται έμπρακτα πλέον ότι ο άνθρωπος χάνει την αυτόβουλη ικανότητα του να αυτο-προσδιορίζεται ως πολιτικό, κοινωνικό και φυσικό όν και μετατρέπεται σε ένα ασυνείδητο, καταναλωτικό υποκείμενο, που χάνει την ταυτότητά του.
Όταν χάσει τα προνόμια ελεύθερης πρόσβασης και ασφάλειας, εύκολα μετατρέπεται σε μια επιθετική καρικατούρα και εμπροσθοφυλακή ενός συστήματος που καταρρέει. Αναζητά τότε την κοινωνική του ταυτότητα και ασφάλεια, όχι μέσα από συλλογικότητες που προσδοκούν το ‘’καλό’’, αλλά μέσα σε συμμορίες με μεταφυσικά, παραφυσικά, ληστρικά και εγκληματικά χαρακτηριστικά.
Όταν δε οι συμμορίες αυτές πολιτικοποιούνται, νομιμοποιούνται και αυξάνουν την κοινωνική τους αποδοχή, τότε ο διαφαινόμενος κίνδυνος αυτοκαταστροφής για την κοινωνία είναι μεγάλος.
Ιστορικά βλέπουμε το φαινόμενο του Ναζισμού και του Φασισμού στον Μεσοπόλεμο, τη μαφία στην Ιταλία, την άνοδο της ακροδεξιάς και του Νεοναζισμού στη σύγχρονη Ευρώπη και στην Ελλάδα και άλλα πολλά.
Το άλλο ρεύμα που γεννά η κρίση είναι αυτό της αφύπνισης και της ανακάλυψης αυτών των σχέσεων ζωής, που είχαν επικαλυφθεί και διαβρωθεί όλα αυτά τα χρόνια της ευμάρειας και της αφθονίας.
Μια μερίδα της κοινωνίας αρχίζει να ξυπνάει, να συνέρχεται και να ξαναβρίσκει τον εαυτό της.
Αρχίζει να βιώνει ξανά συναισθήματα και να μοιράζεται εμπειρίες και νέα δεδομένα, που υπήρχαν μέσα στη μνήμη των παλιότερων γενεών και είχαν χαθεί. Οι άνθρωποι αυτοί αρχίζουν να ξανασυναντούν ο ένας τον άλλο, όχι μόνο για χάρη μιας θεωρίας ή ενός προτάγματος για έναν άλλο κόσμο, αλλά και για χάρη τού γίγνεσθαι, της πραγμάτωσης και της δοκιμασίας αυτού που ουσιαστικά θέλουν.
Έτσι αρχίζουν και παίρνουν σάρκα και οστά οι θεμελιώδεις αξίες της ζωής που αγαπάμε, όπως η αλληλεγγύη, η αλληλοβοήθεια, η αλληλοϋποστήριξη, η ανιδιοτελής προσφορά και το μοίρασμα των αγαθών, των επιθυμιών και των ψυχικών αναγκών μας.
Έτσι, εν μέσω κρίσης, μια μερίδα της κοινωνίας, ίσως η πιο υποψιασμένη, δείχνει να επιλέγει τον καλό δρόμο, αυτόν της διαφορετικής πολιτισμικής συνθήκης και αυτο-προσδιορισμού της ζωής.
Το στοίχημα που θα παιχθεί και που θα αφορά το μέλλον του κάθε τόπου και της ανθρωπότητας ευρύτερα, είναι εάν οι δυνάμεις της ευζωίας επιτύχουν να δώσουν μια ισχυρή προοπτική ζωής, εάν καταφέρουν να περάσουν το μήνυμά τους στους υπόλοιπους και πώς θα γίνει αυτό.
Θα πρέπει αυτά τα νέα ρεύματα αλληλεγγύης και συνεργασίας να ολοκληρώσουν την πολιτισμική τους προσπάθεια, την ανεξαρτητοποίηση και την απόσχισή τους από το υπάρχον σύστημα αγοράς.
Αυτή την εποχή υπάρχουν συνεργατικές προσπάθειες, είτε στις πόλεις είτε στην ύπαιθρο. Αφορούν την πρωτογενή, τη δευτερογενή, ακόμη και την τριτογενή παραγωγή (υπηρεσίες).
Η πολιτισμική ολοκλήρωση ενός νέου κοινωνικού ρεύματος, σημαίνει την κάλυψη των πραγματικών αναγκών των ανθρώπων που το απαρτίζουν σε όλα τα επίπεδα (τροφή, ένδυση, κατοικία, υγεία, μεταφορές, τέχνες, παιδεία, τεχνολογία).
Εάν μπορέσουμε να συνεργασθούμε αλληλέγγυα, θα δυναμώσουμε τις προσπάθειές μας σε τέτοιο βαθμό που θα μπορέσουμε να καλύψουμε τις πραγματικές μας ανάγκες, διαμορφώνοντας ένα ολοκληρωμένο δυνατό πολιτισμικό υπόδειγμα και παράδειγμα μέσα στην ευρύτερη κοινωνία.
Αυτό παράλληλα θα είναι και το δίχτυ αυτοπροστασίας που θα έχουμε μέσα στη σκοτεινή και δύσκολη συνθήκη επιβίωσης που θα βαδίσουμε.
Το πιο σημαντικό όμως είναι να πάρουμε στα χέρια μας την υπόθεση της τροφής, από τον σπόρο μέχρι το πιάτο μας.
Πολλοί είναι αυτοί που, από τη μία μεριά αγωνίζονται σθεναρά για κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα ενάντια στην πολιτική και οικονομική εξουσία ενώ, από την άλλη, όταν θέλουν να τραφούν, τρέχουν στα κάθε Lidl ή συμβατικές λαϊκές, αγοράζοντας κάθε φτηνιάρικο, ύποπτο και ανθυγιεινό τρόφιμο.
Παράλληλα κατηγορούν τους βιοκαλλιεργητές ότι πωλούν ακριβά και δεν μπορούν να αγοράσουν τα προϊόντα τους. Αυτό συμβαίνει διότι πολλές φορές ακόμη και αυτοί που φαίνεται ότι διαθέτουν μια βαθειά πολιτική σκέψη και δράση, είτε δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα πρόσβασης είτε δεν έχουν την οικολογική και πολιτική συνείδηση να αντιληφθούν ποια τροφή πρέπει να επιλέξουν για τον εαυτό τους.
Νομίζω όμως ότι το κυριότερο είναι ότι οι περισσότεροι έχουν απομακρυνθεί από τη διαδικασία αναπαραγωγής της τροφής τους και την αντιμετωπίζουν μόνο σαν ένα αγοραίο αγαθό με βάση την τιμή του.
Έχουν χάσει κάθε επαφή με αυτό που συμβαίνει στο χωράφι, στο εργαστήριο ή στη βιομηχανία.
Για να πάρουμε όμως την τροφή στα χέρια μας, θα πρέπει να συνθέσουμε τη δημιουργική και άμεση σχέση μεταξύ αυτού που παράγει και αυτού που καταναλώνει, βγάζοντας απέξω τους μεσάζοντες.
Είναι αναγκαίο να σπάσουμε την αποξένωση και την εμπορευματοποίηση της τροφής, δημιουργώντας σχέσεις αλληλεγγύης, ανταλλαγής και αυτογνωσίας.
Ο καθένας από εμάς θα πρέπει να γνωρίζει πώς παράγεται η τροφή του, πόσο πραγματικά κοστίζει και ποια συμφέροντα υποστηρίζει ως καταναλωτής όταν αγοράζει ένα προϊόν.
Την αλήθεια θα την μάθει από τον ίδιο τον παραγωγό εάν αναπτύξει μαζί του μια ειλικρινή σχέση γνωριμίας και κατανόησης.
Η επιλογή της τροφής μας είναι μια βαθειά πολιτική πράξη και η ποιοτική τροφή θα πρέπει να είναι προσβάσιμη από όλους κι όχι μόνο από τους ‘’έχοντες’’.
Πώς θα συμβεί όμως αυτό;
Μόνο με την αυτοδιαχείριση της τροφής μας σε οριζόντιο ή κάθετο επίπεδο. Ο αγρότης είναι παραγωγός τροφίμων, όμως έχει ανάγκες και χρειάζεται μέσα για να τροφοδοτήσει την καλλιέργειά του, αλλά και για να καλύψει και άλλες ανάγκες της ζωής του όπως προαναφέρθηκε.
Αυτές τις εισροές ή τις ανάγκες τις καλύπτει πολλές φορές από την αγορά ή το εμπόριο.
Εάν στην πόλη ή στην ύπαιθρο δημιουργηθούν συλλογικές ή ατομικές δραστηριότητες που θα λειτουργούν στη βάση μιας νέας πολιτισμικής πλατφόρμας, όπως προανέφερα, με γνώμονα την αλληλοκάλυψη των αναγκών μας, τότε μέσα από δίκτυα ανταλλαγών ή ενός διαφορετικού νομισματικού συστήματος, όπως τα ΤΕΜ ή το ΦΑΣΟΛΙ, θα μπορεί να εξασφαλίσει την πρόσβασή του σε καθαρή τροφή.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει με ένα τρόπο να γίνουμε ιδιο-παραγωγοί ή αυτο-παραγωγοί της ζωής μας με στόχο την αυτο-εξυπηρέτηση των αναγκών μας.
Μέσα σ’ αυτήν την προοπτική, σταματά ο εγκλωβισμός των ανθρώπων στη λογική της μισθωτής εργασίας ή εργασίας-ανεργίας (άνεργος=χωρίς έργο) και ανοίγει η πόρτα μιας ζωής που διέπεται από εκατοντάδες δραστηριότητες ωφέλιμου κι αναζωογονητικού έργου. Από εκεί ξεπροβάλλει ένας καινούργιος υπαρκτός κόσμος, όπου η σχέση του ανθρώπου με τη φύση είναι πιο φιλική, πιο άμεση και η ποιότητα της συνεργασίας και της συνδιαλλαγής γίνεται πιο ζωντανή, πιο αληθινή και πιο άμεση.
Είναι λοιπόν καλό και χρήσιμο να ξεφύγουμε από τη λογική της αγοραίας τιμής και να περάσουμε σταδιακά στην υπόθεση της συνυπευθυνότητας του κοινού έργου, της αλληλοκατανόησης και της αλληλοϋποστήριξης, αφού όμως πρώτα δούμε σε ποιο μήκος κύματος εκπέμπουμε, γιατί είναι απαραίτητο να συντονιστούν οι συχνότητές μας, μήπως και βρούμε την κοινή μας πορεία προς τη ζωή που πραγματικά αγαπάμε και θέλουμε.